βαρύγουνος: Difference between revisions

m
no edit summary
mNo edit summary
mNo edit summary
 
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''βᾰρύγουνος:''' -ον ([[γόνυ]]), αυτός που έχει [[βαριά]] [[γόνατα]], [[οκνηρός]], σε Καλλ.· επίσης, βᾰρῠ-γούνατος, σε Θεόκρ.
|lsmtext='''βᾰρύγουνος:''' -ον ([[γόνυ]]), αυτός που έχει [[βαριά]] [[γόνατα]], [[οκνηρός]], σε Καλλ.· επίσης, βᾰρῠ-γούνατος, σε Θεόκρ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[γόνυ]]<br />[[heavy]]-kneed, [[lazy]], Call.
}}
}}