ἐνταλτήριον: Difference between revisions

m
no edit summary
mNo edit summary
mNo edit summary
 
Line 3: Line 3:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-α, -ο (Μ ἐνταλτήριος, -ον)<br /><b>1.</b> (για έγγραφα) αυτός με τον οποίο δίδεται [[εντολή]] («ενταλτήρια [[επιστολή]]», «ενταλτήριο [[γράμμα]]»)<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ [[ἐνταλτήριον]]</i><br />το [[έγγραφο]] με το οποίο ο [[επίσκοπος]] παραχωρεί σε ιερέα την [[άδεια]] να εξομολογεί.
|mltxt=το [[έγγραφο]] με το οποίο ο [[επίσκοπος]] παραχωρεί σε ιερέα την [[άδεια]] να εξομολογεί.
}}
}}