τύρρις: Difference between revisions

m
no edit summary
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=ἡ, auch [[τύρσις]], ἡ, <i>der [[Turm]]</i>, lat. <i>turris</i>; Pind. παρὰ Κρόνου τύρσιν, <i>Ol</i>. 2.70; bes. <i>[[Mauer]]- od. Festungsturm, [[Befestigungswerk]]; eine mit [[Mauern]] befestigte [[Stadt]], ein mit einer [[Mauer]] umgebenes Haus</i>; τύρσεσιν Xen. <i>Cyr</i>. 7.5.10, <i>An</i>. 4.4.2, aber [[τύρσιος]], 7.8.12 und oft; Sp.; vgl. Dion.Hal. 1.26.
|ptext=ἡ, auch [[τύρσις]], ἡ, <i>der [[Turm]]</i>, lat. <i>[[turris]]</i>; Pind. παρὰ Κρόνου τύρσιν, <i>Ol</i>. 2.70; bes. <i>[[Mauer]]- od. Festungsturm, [[Befestigungswerk]]; eine mit [[Mauern]] befestigte [[Stadt]], ein mit einer [[Mauer]] umgebenes Haus</i>; τύρσεσιν Xen. <i>Cyr</i>. 7.5.10, <i>An</i>. 4.4.2, aber [[τύρσιος]], 7.8.12 und oft; Sp.; vgl. Dion.Hal. 1.26.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[τύρσις]] και [[τύρρις]], -εως, ἡ, Α<br /><b>1.</b> [[πύργος]]<br /><b>2.</b> [[πύργος]] τείχους, [[προμαχώνας]]<br /><b>3.</b> περιτειχισμένη [[πόλη]] ή οχυρωμένη [[οικία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται για δάνεια λ., πιθανότατα ινδοευρωπαϊκής προέλευσης. Κατά μία [[άποψη]], η λ. ανάγεται σε ΙΕ [[ρίζα]] <i>dhergh</i>- / <i>dhŗgh</i>- «[[κλειστός]], [[συμπαγής]]» και συνδέεται με το ιλλυρικό [[τοπωνύμιο]] -<i>dorgis</i> ([[πρβλ]]. [[Βουδοργίς]]) και το περσ. [[τοπωνύμιο]] <i>Τύρρα</i> / <i>τύρσα</i> (από όπου τα εθνικά <i>Τυρσηνοί</i> και <i>Tusci</i>, <b>πρβλ.</b> <i>Ετρούσκοι</i>). Παράλληλα με το ελλ. [[τύρσις]] / [[τύρρις]] μαρτυρείται το λατ. <i>turris</i> «[[πύργος]]» (<b>πρβλ.</b> γαλλ. <i>tour</i>), το οποίο από τη Λατινική δανείστηκε και η Γερμανική (<b>πρβλ.</b> γερμ. <i>Turm</i>)].
|mltxt=[[τύρσις]] και [[τύρρις]], -εως, ἡ, Α<br /><b>1.</b> [[πύργος]]<br /><b>2.</b> [[πύργος]] τείχους, [[προμαχώνας]]<br /><b>3.</b> περιτειχισμένη [[πόλη]] ή οχυρωμένη [[οικία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται για δάνεια λ., πιθανότατα ινδοευρωπαϊκής προέλευσης. Κατά μία [[άποψη]], η λ. ανάγεται σε ΙΕ [[ρίζα]] <i>dhergh</i>- / <i>dhŗgh</i>- «[[κλειστός]], [[συμπαγής]]» και συνδέεται με το ιλλυρικό [[τοπωνύμιο]] -<i>dorgis</i> ([[πρβλ]]. [[Βουδοργίς]]) και το περσ. [[τοπωνύμιο]] <i>Τύρρα</i> / <i>τύρσα</i> (από όπου τα εθνικά <i>Τυρσηνοί</i> και <i>Tusci</i>, <b>πρβλ.</b> <i>Ετρούσκοι</i>). Παράλληλα με το ελλ. [[τύρσις]] / [[τύρρις]] μαρτυρείται το λατ. <i>turris</i> «[[πύργος]]» (<b>πρβλ.</b> γαλλ. <i>tour</i>), το οποίο από τη Λατινική δανείστηκε και η Γερμανική (<b>πρβλ.</b> γερμ. <i>Turm</i>)].
}}
}}