κτητός: Difference between revisions

6_11
(13_5)
(6_11)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1519.png Seite 1519]] adj. verb. zu [[κτάομαι]], <b class="b2">erworben</b>, zu Eigenthum gemacht; γυνὴ κτητή, <b class="b2">erkauft</b>, im Ggstz zur rechtmäßigen Hausfrau, Hes. O. 408; – Iliad. 9, 407 κτητοὶ τρίποδες, lassen sich erwerben, <b class="b2">können erworben werden</b>; Eur. Hipp. 1295, zu erwerben, anzueignen, wie Plat. Prot. 324 a; τοὺς ὠνητούς τε καὶ τρόπῳ τούτῳ κτητούς Polit. 289 d.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1519.png Seite 1519]] adj. verb. zu [[κτάομαι]], <b class="b2">erworben</b>, zu Eigenthum gemacht; γυνὴ κτητή, <b class="b2">erkauft</b>, im Ggstz zur rechtmäßigen Hausfrau, Hes. O. 408; – Iliad. 9, 407 κτητοὶ τρίποδες, lassen sich erwerben, <b class="b2">können erworben werden</b>; Eur. Hipp. 1295, zu erwerben, anzueignen, wie Plat. Prot. 324 a; τοὺς ὠνητούς τε καὶ τρόπῳ τούτῳ κτητούς Polit. 289 d.
}}
{{ls
|lstext='''κτητός''': -ή, -όν, ῥημ. ἐπίθ. τοῦ [[κτάομαι]], ὅν δύναταί τις νὰ λάβῃ ἢ ἀποκτήσῃ, ληιστοὶ μέν... βόες..., κτητοὶ δὲ τρίποδες Ἰλ. Ι. 407, πρβλ. Εὐρ. Ἱππ. 1295, Πλάτ. Πρωτ. 324Α, κ. ἀλλ. 2) [[ἄξιος]] ἀποκτήσεως, ἐπιθυμητός, ὁ αὐτ. ἐν Συμπ. 197D, ἐν Ἱππ. Ἐλάττ. 374Ε. ΙΙ. ἀποκτηθείς, κατεχόμενος, ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 841Ε· κτητή, γυνὴ [[δούλη]], ἀντίθετ. τῷ [[γαμετή]], Ἡσ. Ἔργ. καὶ Ἡμ. 404.
}}
}}