χάρων: Difference between revisions

1,088 bytes added ,  5 August 2017
6_22
(c2)
(6_22)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1340.png Seite 1340]] ωνος, ὁ, ἡ, poet. statt [[χαροπός]], Beiwort des Löwen Lycophr. 455, vgl. Euphor. 47. S. N. pr.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1340.png Seite 1340]] ωνος, ὁ, ἡ, poet. statt [[χαροπός]], Beiwort des Löwen Lycophr. 455, vgl. Euphor. 47. S. N. pr.
}}
{{ls
|lstext='''χάρων''': -ωνος, ὁ, ἡ, ποιητικ. ἀντὶ [[χαροπός]], [[μάλιστα]] ὡς [[ὄνομα]] (Μακεδονικόν, ὡς λέγεται) τοῦ λέοντος, Εὐφορ. 47 (καὶ [[αὐτόθι]] Meineke, Λυκόφρ. 455, πρβλ. Ἠσύχ. [[ἔνθα]] : «[[χάρων]]· ὁ [[λέων]], ἀπὸ τῆς χαροπότητος», Sturz D. Mac. σ. 47 κἑξ.· - [[ὡσαύτως]] ἐπὶ ἀετοῦ, Λυκόφρ. 260, καὶ [[αὐτόθι]] Bachm.· ἐπὶ τῶν Κυκλώπων, Λυκόφρ. 660. ΙΙ. ὡς κύρ. [[ὄνομα]], Χάρων ὁ πορθμεὺς τῆς Στυγός, κληθεὶς [[οὕτως]] ἐκ τῶν ἀπαστραπτόντων καὶ ἀγρίων ὀφθαλμῶν αυτοῦ («Χάρος» = [[θάνατος]]), Εὐρ. Ἄλκ. 254, 361, κ. ἀλλ.· κλητ. ὦ Χάρον Κρατῖνος ἐν Ἀδήλ. 52· [[ἀλλά]], χαῖρ’ ὦ Χάρων ([[μετὰ]] παιδιᾶς ἐν τῇ λέξει) Ἀριστοφ Βάτραχ. 183.
}}
}}