προσανέχω: Difference between revisions

6_1
(13_6a)
(6_1)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0750.png Seite 750]] (s. ἔχω), noch dazu in die Höhe halten; gew. übertr., auf Etwas achten, hoffen, übh. seinen Geist worauf richten, theils absolut, Pol. 3, 94, 3, ἡσυχίαν ἦγε προσανέχων [[ἕως]] οὖ 4, 19, 12, theils c. accus., τὸν καιρόν, abwarten, 5, 103, 5, od. gew. τινί, wobei man θυμόν zu ergänzen pflegt, προσανέχοντες ταῖς βοηθείαις, auf die Hülfe hoffend, 1, 84, 12, u. öfter; auch τῇ ἐλπίδι, auf die Hoffnung vertrauend, 4, 60, 8; ταῖς ἐλπίσι τῆς βοηθείας, 5, 72, 2; das med. in derselben Bdtg, 30, 8, 8, scheint zweifelhaft.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0750.png Seite 750]] (s. ἔχω), noch dazu in die Höhe halten; gew. übertr., auf Etwas achten, hoffen, übh. seinen Geist worauf richten, theils absolut, Pol. 3, 94, 3, ἡσυχίαν ἦγε προσανέχων [[ἕως]] οὖ 4, 19, 12, theils c. accus., τὸν καιρόν, abwarten, 5, 103, 5, od. gew. τινί, wobei man θυμόν zu ergänzen pflegt, προσανέχοντες ταῖς βοηθείαις, auf die Hülfe hoffend, 1, 84, 12, u. öfter; auch τῇ ἐλπίδι, auf die Hoffnung vertrauend, 4, 60, 8; ταῖς ἐλπίσι τῆς βοηθείας, 5, 72, 2; das med. in derselben Bdtg, 30, 8, 8, scheint zweifelhaft.
}}
{{ls
|lstext='''προσανέχω''': [[ἀνέχω]] [[προσέτι]]· μεταφορ., [[ἐπιμένω]] εἴς τι, [[ἐμμένω]] ἔν τινι, ἐλπίδι, ἐλπίσι Πολύβ. 4. 60, 8., 5. 72, 2· [[μετὰ]] μετοχ., πρ. καραδοκοῦντες ὁ αὐτ. 3. 94, 3. ΙΙ. [[περιμένω]] μεθ’ ὑπομονῆς τι, βοηθείαις ὁ αὐτ. 1. 84, 12· παρακαλῶν τὴν γνώμην θεῷ προσανέχειν, ἔχειν προσηλωμένην εἰς αὐτὸν καὶ ἀναμένειν, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. ἐν προοιμίῳ· ― [[ὡσαύτως]] μετ’ αἰτ. πρ. τὸν καιρὸν Πολύβ. 5. 103, 5· πρ. ἕως... ὁ αὐτ. 4. 19, 12. ― [[Κατὰ]] Σουΐδ.: «προσανέχων, προσέχων, προσκεκολλημένος· Πολύβ. (Ἀποσπ. Ἱστ. 3) “ὁ δὲ πᾶν ὑπομένειν ἐδόκει, προσανέχων ταῖς τῶν Αἰγυπτίων ἐπαρχίαις”».
}}
}}