καταριγηλός: Difference between revisions

6_11
(c1)
(6_11)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1374.png Seite 1374]] schauderhaft, verhaßt, im Ggstz von [[φίλος]], Od. 14, 226.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1374.png Seite 1374]] schauderhaft, verhaßt, im Ggstz von [[φίλος]], Od. 14, 226.
}}
{{ls
|lstext='''καταρῑγηλός''': -ή, -όν, ὁ κάμνων τινὰ νὰ αἰσθάνηται [[ῥῖγος]], νὰ «ἀνατριχιάζῃ», [[τρομερός]], [[φρικτός]], λυγρά, τὰ τ’ ἄλλοισίν γε καταριγηλὰ πέλονται κατᾱρ- ἐν ἄρσει Ὀδ. Ξ. 226˙ [[ἔνθα]] ἀντιτίθεται τῷ φίλος.
}}
}}