ῥᾳστωνεύω: Difference between revisions

6_2
(13_3)
(6_2)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0835.png Seite 835]] = Folgdm; τῇ ψυχῇ, müßig, unthätig sein, παρὰ κρήναις καὶ ὑπὸ σκιαῖς ἀναπαυόμενος Xen. Oec. 20, 18, u. Sp.; auch im med., wie Aristid. Lpt. 3.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0835.png Seite 835]] = Folgdm; τῇ ψυχῇ, müßig, unthätig sein, παρὰ κρήναις καὶ ὑπὸ σκιαῖς ἀναπαυόμενος Xen. Oec. 20, 18, u. Sp.; auch im med., wie Aristid. Lpt. 3.
}}
{{ls
|lstext='''ῥᾳστωνεύω''': [[ῥᾳθυμέω]], [[διάγω]] ἐν [[ῥᾳστώνῃ]], [[ὅταν]] ὁ μὲν πράττῃ ἐφ’ ᾦπερ ὥρμηται ὁ δὲ ῥᾳστωνεύῃ τῇ ψυχῇ παρὰ κρήναις καὶ ὑπὸ σκιαῖς ἀναπαυόμενος Ξεν. Οἰκ. 20, 18, Δίων Κ. 38. 39, κτλ.· ― παθ. πρκμ. ἐρρᾳστώνευμαι μὲ μέσην σημασίαν, Ἀριστείδ. Λεπτ. 3, Μάγιστρ. σ. 775.
}}
}}