ἐπιπόλαιος: Difference between revisions

6_17
(13_6b)
(6_17)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0971.png Seite 971]] obenauf befindlich, auf der Oberfläche, [[τραῦμα]], ἕλκη, Medic.; ὀφθαλμοί, hervorstehende, Xen. Conv. 5, 5. Gew. übertr., deutlich, sichtbar, ἐπιπόλαια λέγομεν τὰ παντὶ δῆλα καὶ ἃ μηδὲν δεῖ ζητῆσαι Arist. rhet. 3, 10; ἐπιπολαιότερον φαίνεται τοῦ ζητουμένου Eth. 1, 5, 4; [[ψεῦδος]] Polit. 3, 12; – oberflächlich, καὶ πᾶσι κοινή, [[παιδεία]], Ggstz ἀπηκριβωμένη, Isocr. 15, 190; τὰς ἐπιπολαίας ἡδονὰς καὶ διατριβὰς ἀγαπᾶν, die gewöhnlichen, gemeinen, Dem. 61, 56; Sp.; [[ὕπνος]] , leiser Schlaf, Luc. Gall. 25; [[τραῦμα]], leichte Wunde, nav. 37. – Adv. ἐπιπολαίως, z. B. τιτρώσκειν, auf der Oberfläche, leicht, Ios.; Arist. oft, auch übtr.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0971.png Seite 971]] obenauf befindlich, auf der Oberfläche, [[τραῦμα]], ἕλκη, Medic.; ὀφθαλμοί, hervorstehende, Xen. Conv. 5, 5. Gew. übertr., deutlich, sichtbar, ἐπιπόλαια λέγομεν τὰ παντὶ δῆλα καὶ ἃ μηδὲν δεῖ ζητῆσαι Arist. rhet. 3, 10; ἐπιπολαιότερον φαίνεται τοῦ ζητουμένου Eth. 1, 5, 4; [[ψεῦδος]] Polit. 3, 12; – oberflächlich, καὶ πᾶσι κοινή, [[παιδεία]], Ggstz ἀπηκριβωμένη, Isocr. 15, 190; τὰς ἐπιπολαίας ἡδονὰς καὶ διατριβὰς ἀγαπᾶν, die gewöhnlichen, gemeinen, Dem. 61, 56; Sp.; [[ὕπνος]] , leiser Schlaf, Luc. Gall. 25; [[τραῦμα]], leichte Wunde, nav. 37. – Adv. ἐπιπολαίως, z. B. τιτρώσκειν, auf der Oberfläche, leicht, Ios.; Arist. oft, auch übtr.
}}
{{ls
|lstext='''ἐπιπόλαιος''': -ον, καὶ θηλ. ἐπιπολαία παρὰ μεταγεν. ὡς παρὰ Στράβ., Γαλην., Διοσκ., κλ., ἴδε Γλωσσ. Παρατηρ. Κόντου σ. 152 και 153· (ἐπιπολὴ) ἐπιπολάζων, [[ἐπιπόλαιος]], ἐπὶ τῆς ἐπιφανείας. Ἱππ. π. Ἄρθρ. 832. 16· ἡ μὲν οὐλὴ τὸ δέρμα [[λεπτὸν]] καὶ ἐπιπόλαιον ἴσχει Ἀριστ. Προβλ. 8. 5· [[τραῦμα]] Λουκ. Πλοῖον ἢ Εὐχ. 37. 2) προέχων, ἐξέχων, [[ὀστέον]] Ἱππ. 913D· ὀφθαλμοὶ Ξεν. Συμπ. 5. 5. 3) κινητὴ [[περιουσία]], ἐπιπολαίων (ΕΠΙΠΟΛΑΙΟΝ) χρημάτων Νομοθ. Γόρτ. Κρήτης V41· 4) μεταφ., [[ἐπιπόλαιος]], [[συνήθης]], [[κοινός]], Λατ. quotidianus, [[παιδεία]] Ἰσοκρ. π. Ἀντιδ. § 203· ἐπ. ἡδοναὶ καὶ διατριβαὶ Δημ. 1418. 1· ἐπ. [[πιθανότης]] Διοσκ. Θηριακ. προοίμ.· ἐπ. [[ὕπνος]], ἐλαφρὸς [[ὕπνος]], Λουκ. Ἀλεκτρ. 25· [[ἔρως]] ὁ αὐτ. ἐν Ἑταιρ. Διαλ. 8.2. β) ἐπὶ τῆς ἐπιφανείας, [[καταφανής]], [[φανερός]], ἐπ. λέγομεν τὰ παντὶ δῆλα Ἀριστ. Ρητ. 3. 10, 4, πρβλ. 11, 10· ἐπιπολαιότερον τοῦ ζητουμένου ὁ αὐτ. Ἠθ. Ν. 1. 5. 4· ἡ ἐπιπολαιοτάτη... [[ζήτησις]] ὁ αὐτ. Πολιτικ. 3. 3, 3· ἐπιπόλαιον τὸ [[ψεῦδος]] [[αὐτόθι]] 3. 12, 4. ΙΙ. Ἐπίρρ. -ως, ἐπὶ τῆς ἐπιφανείας, οὐχὶ εἰς [[βάθος]], Ἀριστ. π. Φυτ. 2. 4, 8· τιτρώσκειν Ἰωσήπου Ἰουδ. Πόλ. 3. 7, 22. 2) ἐξ ἐπιπολῆς, ἐπιπολαίως, Ἱππ. Ἀφ. 1245, Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 5, 16· συγκρ. -οτέρως [[αὐτόθι]] 1 (Α. Ἔλαττον) 1, 3.
}}
}}