Ἀσιατογενής: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_7)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''Ἀσιᾱτογενής''': -ές, [[Ἀσιαγενής]], Ἀσιατικῆς καταγωγῆς, πᾶσα ἰσχὺς Ἀσιατογενὴς ᾤχωκε Αἰσχύλ. Πέρσ. 12.
|lstext='''Ἀσιᾱτογενής''': -ές, [[Ἀσιαγενής]], Ἀσιατικῆς καταγωγῆς, πᾶσα ἰσχὺς Ἀσιατογενὴς ᾤχωκε Αἰσχύλ. Πέρσ. 12.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />originaire d’Asie, asiatique.<br />'''Étymologie:''' [[Ἀσία]], [[γένος]].
}}
}}