δυσάντητος: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_18)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δυσάντητος''': -ον, οὗ ἡ [[συνάντησις]] εἶνε [[δυσάρεστος]] ἢ δυσοιώνιστος, ἀντίθ. [[εὐάντητος]], Λουκ. Τίμ. 5, κτλ. ΙΙ. καθ᾿ οὗ δύσκολον νὰ ἀντιστῇ τις, [[δυσκαταγώνιστος]], Πλούτ. 2. 118C.
|lstext='''δυσάντητος''': -ον, οὗ ἡ [[συνάντησις]] εἶνε [[δυσάρεστος]] ἢ δυσοιώνιστος, ἀντίθ. [[εὐάντητος]], Λουκ. Τίμ. 5, κτλ. ΙΙ. καθ᾿ οὗ δύσκολον νὰ ἀντιστῇ τις, [[δυσκαταγώνιστος]], Πλούτ. 2. 118C.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> dont l’abord est terrible <i>ou</i> funeste;<br /><b>2</b> terrible <i>ou</i> funeste.<br />'''Étymologie:''' δυσ-, [[ἀντάω]].
}}
}}