μυθολογεύω: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_5)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μῡθολογεύω''': διηγοῦμαι λεπτομερῶς, τί τοι τάδε [[μυθολογεύω]]; Ὀδ. Μ. 450, 453· [[καθόλου]], διηγοῦμαι, Ψευδο-Φωκυλ. 24.
|lstext='''μῡθολογεύω''': διηγοῦμαι λεπτομερῶς, τί τοι τάδε [[μυθολογεύω]]; Ὀδ. Μ. 450, 453· [[καθόλου]], διηγοῦμαι, Ψευδο-Φωκυλ. 24.
}}
{{bailly
|btext=raconter mot pour mot, en détail.<br />'''Étymologie:''' [[μυθολόγος]].
}}
}}