συκέα: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_10)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σῡκέα''': ἡ, Ἰων. καὶ Ἐπικ. σῡκέη ὡς ἀεὶ παρ’ Ἡροδ., ἀλλ’ ἐν τῇ Ὀδ. ἡ ὀνομαστ. τοῦ ἑνικοῦ [[εἶναι]] συνῃρ. σῡκῆ, ῆς, ἐν ᾧ ἡ ὀνομαστ. πληθ. [[εἶναι]] [[ἀσυναίρετος]], συκέαι Ὀδ. Η. 116, αἰτιατ. συκέας Ω. 341 (καὶ [[ταῦτα]] πρέπει νὰ προφέρωνται ὡς δισύλλαβα)· Ἰωνικ. γεν. πληθ. συκέων (ἄμεινον συκεέων, Δινδ. Διάλ. Ἡροδ. σ. xii), Ἡρόδ. 1. 193· Δωρ. [[συκία]], ὃ ἴδε. Ἡ συκῆ, τὸ [[δένδρον]], Λατιν. ficus (ὁ δὲ [[καρπὸς]] [[σῦκον]]), ὁ Ὅμηρ. μόνον ἐν Ὀδ.· γλυκερὴ Η. 116· ὁ Θεόφρ. μνημονεύει δύο εἴδη, πρβλ. Schneid. Index ἐν λ., Ἀθήν. 74C κἑξ.· ― ἱερὰ σ., [[τόπος]] ἐν Ἀθήναις [[ἔνθα]] ἡ [[Δημήτηρ]] κατὰ πρῶτον παρήγαγε τὴν συκῆν, [[αὐτόθι]] D, πρβλ. Παυσ. 1. 37, 2. 2) = [[σῦκον]] Ι, Ἀριστοφ. Ὄρν. 590. ΙΙ. ἡ [[ῥητίνη]] τῆς πίτυος ἢ τῆς πεύκης, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 3. 9, 3, Πλίν. 16. 19. ΙΙΙ. [[εἶδος]] «γαλατσίδας», ἥτις ἐκαλεῖτο καὶ [[πέπλος]] ἢ [[πεπλίς]], Διοσκ. 4. 186, Πλίν. 27. 93. IV. = [[σῦκον]] ΙΙ, [[αἱμορροΐς]], ὡς ἐκ τοῦ σχήματος, Διοσκ. 2. 200· ― ὁμοίως, ἔκφυμά τι ἐπὶ τῆς ὁπλῆς ἵππου, [[Πολυδ]]. Δ΄, 203, Ἱππιατρ. ― Ἴδε Κόντου Φιλολογικὰ Σύμμικτα ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Γ΄, σ. 571, καὶ τόμ. Δ΄, σ. 312.
|lstext='''σῡκέα''': ἡ, Ἰων. καὶ Ἐπικ. σῡκέη ὡς ἀεὶ παρ’ Ἡροδ., ἀλλ’ ἐν τῇ Ὀδ. ἡ ὀνομαστ. τοῦ ἑνικοῦ [[εἶναι]] συνῃρ. σῡκῆ, ῆς, ἐν ᾧ ἡ ὀνομαστ. πληθ. [[εἶναι]] [[ἀσυναίρετος]], συκέαι Ὀδ. Η. 116, αἰτιατ. συκέας Ω. 341 (καὶ [[ταῦτα]] πρέπει νὰ προφέρωνται ὡς δισύλλαβα)· Ἰωνικ. γεν. πληθ. συκέων (ἄμεινον συκεέων, Δινδ. Διάλ. Ἡροδ. σ. xii), Ἡρόδ. 1. 193· Δωρ. [[συκία]], ὃ ἴδε. Ἡ συκῆ, τὸ [[δένδρον]], Λατιν. ficus (ὁ δὲ [[καρπὸς]] [[σῦκον]]), ὁ Ὅμηρ. μόνον ἐν Ὀδ.· γλυκερὴ Η. 116· ὁ Θεόφρ. μνημονεύει δύο εἴδη, πρβλ. Schneid. Index ἐν λ., Ἀθήν. 74C κἑξ.· ― ἱερὰ σ., [[τόπος]] ἐν Ἀθήναις [[ἔνθα]] ἡ [[Δημήτηρ]] κατὰ πρῶτον παρήγαγε τὴν συκῆν, [[αὐτόθι]] D, πρβλ. Παυσ. 1. 37, 2. 2) = [[σῦκον]] Ι, Ἀριστοφ. Ὄρν. 590. ΙΙ. ἡ [[ῥητίνη]] τῆς πίτυος ἢ τῆς πεύκης, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 3. 9, 3, Πλίν. 16. 19. ΙΙΙ. [[εἶδος]] «γαλατσίδας», ἥτις ἐκαλεῖτο καὶ [[πέπλος]] ἢ [[πεπλίς]], Διοσκ. 4. 186, Πλίν. 27. 93. IV. = [[σῦκον]] ΙΙ, [[αἱμορροΐς]], ὡς ἐκ τοῦ σχήματος, Διοσκ. 2. 200· ― ὁμοίως, ἔκφυμά τι ἐπὶ τῆς ὁπλῆς ἵππου, [[Πολυδ]]. Δ΄, 203, Ἱππιατρ. ― Ἴδε Κόντου Φιλολογικὰ Σύμμικτα ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Γ΄, σ. 571, καὶ τόμ. Δ΄, σ. 312.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> figuier, <i>arbre</i>;<br /><b>2</b> figue, <i>fruit</i>.<br />'''Étymologie:''' [[σῦκον]], cf. <i>lat.</i> ficus.
}}
}}