ἅμιλλα: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_12)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἅμιλλα''': -ης, -ἡ, (ἐκ τοῦ ἅμα, - οὐδεμίαν ἔχει σχέσιν πρὸς τὸ ἴλη). Ἀγὼν περὶ ὑπερισχύσεως, περὶ ὑπεροχῆς, [[συμπλοκή]], τῶν νεῶν ἅμιλλαν... ἰδέσθαι, περὶ πλαστῆς ναυμαχίας, Ἡρόδ. 7. 44· ἅμ. ἵππων, [[ἱπποδρομία]], ἀγὼν ἱπποδρομίας, [[αὐτόθι]] 196· ἀκολούθως παρὰ Πινδ. καὶ Ἀττ.: ῥιμφαρμάτοις... ἁμίλλαις, ἐν ἀγῶσι ταχέων ἁρμάτων, Σοφ. Ο. Κ. 1063, πρβλ. Ἠλ. 861· ἅμ. ἀγαθῶν ἀνδρῶν, ἀγὼν γενναίων ἀνδρῶν, Δημ. 490. 1· χορῶν Πλάτ. Νόμ. 834Ε. 2) μ. γεν. πράγ., ἰσχύος ἅμ., δοκιμὴ ἰσχύος, Πινδ. Ν. 9. 27· πτερύγων ἁμίλλαις Αἰσχύλ. Πρ. 124· ποδοῖν, λόγων, φρονήματος, Εὐρ. Ι. Α. 212, Μήδ. 546, Ἀνδρ. 214: ἀρετῆς Πλάτ. Νόμ. 731Β· μ. γεν. ἀντικειμ. ἅμ. λέκτρων, ἀγὼν περὶ γάμου. Εὐρ. Ἱππ. 1141, πρβλ. Ἀριστοφ. Ἱππ. 556, Θουκ. 8. 6: - ἀντὶ τοῦ πρώτου [[ὡσαύτως]] ἔχομεν καὶ ἅμ. [[περί]] τινος Ἰσοκρ. 215Α· ἀντὶ δὲ τοῦ δευτέρου ἐπίθετον [[συχνάκις]] [[εἶναι]] ἐν χρήσει παρὰ ποιηταῖς, ἅμ. [[φιλόπλουτος]], [[πολύτεκνος]], ἀγὼν περὶ πλούτου ἢ τέκνων, Εὐρ. Ι. Τ. 412, Μήδ. 557· - ἡ γεν. [[ἐνίοτε]] εὕρηται ἀντὶ ἐπιθ., ἅμ. αἵματος = αἱματόεσσα, ὁ αὐτ. Ἑλ. 1115. 3) ἅμιλλαν τιθέναι, προτιθέναι, προτείνειν ἀγῶνα, Εὐρ. Ἀνδρ. 1020, Μήδ. 546· ἅμιλλαν ποιεῖσθαι, ἀγωνίζεσθαι προθύμως, φιλοτιμεῖσθαι, [[ὅκως]]... Ἡρόδ. 8. 10· ἅμ. ἐποιοῦντο, ἡμιλλῶντο, ἐφιλοτιμοῦντο τις νὰ περάσῃ τὸν ἄλλον, Θουκ. 6. 32: ἅμ. ποιεῖσθαι [[πρός]] τινα Πλάτ. Νόμ. 830D· εἰς ἅμ. ἔρχεσθαι, ἐξελθεῖν, Εὐρ. Τρῳ. 617, Ἑκ. 226· πρὸς ἅμ. ἐλθεῖν ὁ αὐτ. Μήδ. 1082· [[ἅμιλλα]] γίγνεται, ἀγὼν ἐγείρεται, Θουκ. 8. 6.
|lstext='''ἅμιλλα''': -ης, -ἡ, (ἐκ τοῦ ἅμα, - οὐδεμίαν ἔχει σχέσιν πρὸς τὸ ἴλη). Ἀγὼν περὶ ὑπερισχύσεως, περὶ ὑπεροχῆς, [[συμπλοκή]], τῶν νεῶν ἅμιλλαν... ἰδέσθαι, περὶ πλαστῆς ναυμαχίας, Ἡρόδ. 7. 44· ἅμ. ἵππων, [[ἱπποδρομία]], ἀγὼν ἱπποδρομίας, [[αὐτόθι]] 196· ἀκολούθως παρὰ Πινδ. καὶ Ἀττ.: ῥιμφαρμάτοις... ἁμίλλαις, ἐν ἀγῶσι ταχέων ἁρμάτων, Σοφ. Ο. Κ. 1063, πρβλ. Ἠλ. 861· ἅμ. ἀγαθῶν ἀνδρῶν, ἀγὼν γενναίων ἀνδρῶν, Δημ. 490. 1· χορῶν Πλάτ. Νόμ. 834Ε. 2) μ. γεν. πράγ., ἰσχύος ἅμ., δοκιμὴ ἰσχύος, Πινδ. Ν. 9. 27· πτερύγων ἁμίλλαις Αἰσχύλ. Πρ. 124· ποδοῖν, λόγων, φρονήματος, Εὐρ. Ι. Α. 212, Μήδ. 546, Ἀνδρ. 214: ἀρετῆς Πλάτ. Νόμ. 731Β· μ. γεν. ἀντικειμ. ἅμ. λέκτρων, ἀγὼν περὶ γάμου. Εὐρ. Ἱππ. 1141, πρβλ. Ἀριστοφ. Ἱππ. 556, Θουκ. 8. 6: - ἀντὶ τοῦ πρώτου [[ὡσαύτως]] ἔχομεν καὶ ἅμ. [[περί]] τινος Ἰσοκρ. 215Α· ἀντὶ δὲ τοῦ δευτέρου ἐπίθετον [[συχνάκις]] [[εἶναι]] ἐν χρήσει παρὰ ποιηταῖς, ἅμ. [[φιλόπλουτος]], [[πολύτεκνος]], ἀγὼν περὶ πλούτου ἢ τέκνων, Εὐρ. Ι. Τ. 412, Μήδ. 557· - ἡ γεν. [[ἐνίοτε]] εὕρηται ἀντὶ ἐπιθ., ἅμ. αἵματος = αἱματόεσσα, ὁ αὐτ. Ἑλ. 1115. 3) ἅμιλλαν τιθέναι, προτιθέναι, προτείνειν ἀγῶνα, Εὐρ. Ἀνδρ. 1020, Μήδ. 546· ἅμιλλαν ποιεῖσθαι, ἀγωνίζεσθαι προθύμως, φιλοτιμεῖσθαι, [[ὅκως]]... Ἡρόδ. 8. 10· ἅμ. ἐποιοῦντο, ἡμιλλῶντο, ἐφιλοτιμοῦντο τις νὰ περάσῃ τὸν ἄλλον, Θουκ. 6. 32: ἅμ. ποιεῖσθαι [[πρός]] τινα Πλάτ. Νόμ. 830D· εἰς ἅμ. ἔρχεσθαι, ἐξελθεῖν, Εὐρ. Τρῳ. 617, Ἑκ. 226· πρὸς ἅμ. ἐλθεῖν ὁ αὐτ. Μήδ. 1082· [[ἅμιλλα]] γίγνεται, ἀγὼν ἐγείρεται, Θουκ. 8. 6.
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br /><b>1</b> combat, lutte ; [[ἅμιλλα]] [[νεῶν]], ἵππων lutte de navires, de chevaux (à la course) ; <i>avec le gén. de l’objet de la lutte</i> : [[ἅμιλλα]] λέκτρων EUR rivalité pour un mariage ; <i>poét. (au plur.)</i> [[ἐς]] ἁμίλλας χαρίτων EUR pour lutter de grâce (avec des compagnes) ; [[ἐξ]] ἁμίλλης à l’envi;<br /><b>2</b> effort.<br />'''Étymologie:''' [[ἅμα]].
}}
}}