ἀγρυπνητικός: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_10)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀγρυπνητικός''': -ή, -όν, [[ἄγρυπνος]], ὁ μένων [[ἔξυπνος]], Διοδ. Ἐκλογ. 32· Πλουτ. Κάμ. 27.
|lstext='''ἀγρυπνητικός''': -ή, -όν, [[ἄγρυπνος]], ὁ μένων [[ἔξυπνος]], Διοδ. Ἐκλογ. 32· Πλουτ. Κάμ. 27.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />vigilant.<br />'''Étymologie:''' [[ἀγρυπνέω]].
}}
}}