προτελέω: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_13b)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προτελέω''': μέλλ. -έσω, πληρώνω ὡς φόρον, καὶ [[καθόλου]] πληρώνω ἢ δαπανῶ ἐκ τῶν προτέρων, τινί τι Ξεν. Ἀνάβ. 7. 7, 25, πρβλ. Ἀγησ. 1, 18 ἔκ τινος πρ. εἴς τι ὁ αὐτ. ἐν Πόροις 3. 9, Λουκ. Φιλοψ. 14· - πρβλ. προστελέω. ΙΙ. μυῶ ἢ [[διδάσκω]] πρότερον, Λουκ. Ρητόρ. Διδάσκ. 14, ἐν τῷ Παθ. ΙΙΙ. ἐκτελῶ πρότερον, κάθαρσίν τινα Ἀλκίφρων 2. 4.
|lstext='''προτελέω''': μέλλ. -έσω, πληρώνω ὡς φόρον, καὶ [[καθόλου]] πληρώνω ἢ δαπανῶ ἐκ τῶν προτέρων, τινί τι Ξεν. Ἀνάβ. 7. 7, 25, πρβλ. Ἀγησ. 1, 18 ἔκ τινος πρ. εἴς τι ὁ αὐτ. ἐν Πόροις 3. 9, Λουκ. Φιλοψ. 14· - πρβλ. προστελέω. ΙΙ. μυῶ ἢ [[διδάσκω]] πρότερον, Λουκ. Ρητόρ. Διδάσκ. 14, ἐν τῷ Παθ. ΙΙΙ. ἐκτελῶ πρότερον, κάθαρσίν τινα Ἀλκίφρων 2. 4.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />payer d’avance <i>ou</i> auparavant : τινί [[τι]] qch à qqn.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[τελέω]].
}}
}}