γρυτοπώλης: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_19)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''γρῡτοπώλης''': -ου, ὁ, ὁ πωλῶν μικρὰ ἐμπορεύματα, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Πλ. 17.
|lstext='''γρῡτοπώλης''': -ου, ὁ, ὁ πωλῶν μικρὰ ἐμπορεύματα, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Πλ. 17.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />vendeur de petites marchandises, boutiquier, détaillant.<br />'''Étymologie:''' [[γρύτη]], [[πωλέω]].
}}
}}