ἀργιβόειος: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_17)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀργιβόειος''': -ον, ὁ ἔχων λευκοὺς [[βοῦς]], ποιητικὸν ἐπίθετον τῆς Εὐβοίας, [[ἔνθεν]] τοι καὶ ἀργιβόειον (καθ’ Ἑρχέριον ἀργίβοιον) ἐκάλουν οἱ ποιηταὶ τὴν Εὔβοιαν Αἰλ. π. Ζ. 12, 36.
|lstext='''ἀργιβόειος''': -ον, ὁ ἔχων λευκοὺς [[βοῦς]], ποιητικὸν ἐπίθετον τῆς Εὐβοίας, [[ἔνθεν]] τοι καὶ ἀργιβόειον (καθ’ Ἑρχέριον ἀργίβοιον) ἐκάλουν οἱ ποιηταὶ τὴν Εὔβοιαν Αἰλ. π. Ζ. 12, 36.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />aux vaches blanches.<br />'''Étymologie:''' [[ἀργός]]¹, [[βοῦς]].
}}
}}