3,274,159
edits
(6_23) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐπικρεμάννῡμι''': καὶ -ύω: μέλλ. -κρεμάσω ᾰ, Ἀττ. -[[κρεμῶ]]. Ἐπικρεμῶ, ἄτην τινὶ Θέογν. 206˙ κίνδυνον Πολύβ. 2. 31, 7˙ φόβον Διόδ. 16. 50. ΙΙ. Παθ. ἐπικρέμαμαι, ἀόρ. ἐπεκρεμάσθην: - κρέμαμαι [[ἄνωθεν]], περὶ κρημνώδους πέτρας, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἀπόλλωνα 2. 84˙ [[οἶκος]] ἐπικρεμάμενος τῇ ἀγορᾷ Πλουτ. Ποπλικ. 10: - μεταφ., [[ἐπίκειμαι]], ἐπαπειλῶ, Λατ. imminere, [[θάνατος]] Σιμων. 48˙ [[δόλιος]] αἰὼν Πινδ. Ι. 8. 28˙ [[τιμωρία]] Θουκ. 2. 53˙ ἐπικρεμάμενος [[κίνδυνος]], ἐπικείμενος [[κίνδυνος]], ὁ αὐτ. 7. 75, πρβλ. 3. 40˙ [[μετὰ]] δοτ. προσ., Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 483˙ Ἐπικ. γ΄ πληθ. ἐπικρεμόωνται Νόνν. Δ. 20. 173. | |lstext='''ἐπικρεμάννῡμι''': καὶ -ύω: μέλλ. -κρεμάσω ᾰ, Ἀττ. -[[κρεμῶ]]. Ἐπικρεμῶ, ἄτην τινὶ Θέογν. 206˙ κίνδυνον Πολύβ. 2. 31, 7˙ φόβον Διόδ. 16. 50. ΙΙ. Παθ. ἐπικρέμαμαι, ἀόρ. ἐπεκρεμάσθην: - κρέμαμαι [[ἄνωθεν]], περὶ κρημνώδους πέτρας, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἀπόλλωνα 2. 84˙ [[οἶκος]] ἐπικρεμάμενος τῇ ἀγορᾷ Πλουτ. Ποπλικ. 10: - μεταφ., [[ἐπίκειμαι]], ἐπαπειλῶ, Λατ. imminere, [[θάνατος]] Σιμων. 48˙ [[δόλιος]] αἰὼν Πινδ. Ι. 8. 28˙ [[τιμωρία]] Θουκ. 2. 53˙ ἐπικρεμάμενος [[κίνδυνος]], ἐπικείμενος [[κίνδυνος]], ὁ αὐτ. 7. 75, πρβλ. 3. 40˙ [[μετὰ]] δοτ. προσ., Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 483˙ Ἐπικ. γ΄ πληθ. ἐπικρεμόωνται Νόνν. Δ. 20. 173. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=suspendre au-dessus de.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[κρεμάννυμι]]. | |||
}} | }} |