ἰξεύτρια: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_10)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἰξεύτρια''': ἡ, θηλ. τοῦ [[ἰξευτήρ]], ὡς ἐπίθ. τῆς Τύχης, Λατ. fortuna viscata, Πλούτ. 2. 231F· φέρεται δὲ καὶ ἰξευτηρία (εἰ ἡ γραφὴ ὀρθή), [[αὐτόθι]] 281Ε.
|lstext='''ἰξεύτρια''': ἡ, θηλ. τοῦ [[ἰξευτήρ]], ὡς ἐπίθ. τῆς Τύχης, Λατ. fortuna viscata, Πλούτ. 2. 231F· φέρεται δὲ καὶ ἰξευτηρία (εἰ ἡ γραφὴ ὀρθή), [[αὐτόθι]] 281Ε.
}}
{{bailly
|btext=ας;<br /><i>adj. f;<br />c.</i> [[ἰξευτηρία]].
}}
}}