φαλαρίς: Difference between revisions

Bailly1_5
(6_23)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φᾰλᾱρίς''': Ἰωνικ. [[φαληρίς]], ίδος, ἡ· (φαλᾱρός)· ― πτηνὸν [[λιμναῖον]], κληθὲν [[οὕτως]] ἐκ τῆς φαλακρᾶς λευκῆς κεφαλῆς του, «φαλαρίδα», Λατιν. phalāris, phalēris, Ἀριστοφ. Ἀχ. 875, Ὄρν. 565 (ἐν τῷ Ἰων. τύπῳ), Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 3, 15· ― κατὰ τὸν Buttm., Λεξιλ. ἐν λ. [[φάλος]] 10, ἔν τισι τόποις τῆς Γερμανίας τὸ πτηνὸν τοῦτο καλεῖται Blesshuhn, ὡς ἐκ τοῦ λευκοῦ μέρους (Bletz) τοῦ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς [[αὐτοῦ]]. ΙΙ. [[εἶδος]] χόρτου, Phal. canariensis, Διοσκ. 3. 159, Πλίν. 27. 102.
|lstext='''φᾰλᾱρίς''': Ἰωνικ. [[φαληρίς]], ίδος, ἡ· (φαλᾱρός)· ― πτηνὸν [[λιμναῖον]], κληθὲν [[οὕτως]] ἐκ τῆς φαλακρᾶς λευκῆς κεφαλῆς του, «φαλαρίδα», Λατιν. phalāris, phalēris, Ἀριστοφ. Ἀχ. 875, Ὄρν. 565 (ἐν τῷ Ἰων. τύπῳ), Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 3, 15· ― κατὰ τὸν Buttm., Λεξιλ. ἐν λ. [[φάλος]] 10, ἔν τισι τόποις τῆς Γερμανίας τὸ πτηνὸν τοῦτο καλεῖται Blesshuhn, ὡς ἐκ τοῦ λευκοῦ μέρους (Bletz) τοῦ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς [[αὐτοῦ]]. ΙΙ. [[εἶδος]] χόρτου, Phal. canariensis, Διοσκ. 3. 159, Πλίν. 27. 102.
}}
{{bailly
|btext=ίδος (ἡ) :<br />poule d’eau, <i>oiseau</i>.<br />'''Étymologie:''' [[φαλαρός]].
}}
}}