χαρμόφρων: Difference between revisions

Bailly1_5
(6_19)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χαρμόφρων''': -ονος, ὁ, ἡ, (φρὴν) ὁ παρέχων χαρὰν εἰς τὰς φρένας ἢ ἔχων φρένας πλήρεις χαρᾶς, [[φαιδρός]], ἐπίθετ. τοῦ Ἑρμοῦ, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 127.
|lstext='''χαρμόφρων''': -ονος, ὁ, ἡ, (φρὴν) ὁ παρέχων χαρὰν εἰς τὰς φρένας ἢ ἔχων φρένας πλήρεις χαρᾶς, [[φαιδρός]], ἐπίθετ. τοῦ Ἑρμοῦ, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 127.
}}
{{bailly
|btext=ονος (ὁ, ἡ)<br />qui réjouit le cœur ; au cœur joyeux.<br />'''Étymologie:''' [[χαίρω]], [[φρήν]].
}}
}}