3,270,811
edits
(6_2) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κατακελεύω''': [[ἐπιβάλλω]], ἐπιτάττω σιωπήν, κατακέλευσον = σιγήν πρόσταξον, Σχολ. εἰς Ἀριστοφ. Ὄρν. 1273· [[καθόλου]], ἐπιτάττω, διατάττω, μετ’ ἀπαρ., Πλουτ. Ὄθων 18. 2) ἰδίως ἐπὶ τοῦ κελευστοῦ, δίδω τὰ προστάγματα καὶ ὁδηγῶ εἰς τὸν χρόνον ἢ ῥυθμὸν τῆς κωπηλασίας, Ἀριστοφ. Βάτρ. 208. | |lstext='''κατακελεύω''': [[ἐπιβάλλω]], ἐπιτάττω σιωπήν, κατακέλευσον = σιγήν πρόσταξον, Σχολ. εἰς Ἀριστοφ. Ὄρν. 1273· [[καθόλου]], ἐπιτάττω, διατάττω, μετ’ ἀπαρ., Πλουτ. Ὄθων 18. 2) ἰδίως ἐπὶ τοῦ κελευστοῦ, δίδω τὰ προστάγματα καὶ ὁδηγῶ εἰς τὸν χρόνον ἢ ῥυθμὸν τῆς κωπηλασίας, Ἀριστοφ. Βάτρ. 208. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<b>1</b> faire faire silence ; commander avec inf.;<br /><b>2</b> <i>particul.</i> marquer la mesure pour les rameurs.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[κελεύω]]. | |||
}} | }} |