3,271,019
edits
(6_15) |
(Bailly1_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀκατάσχετος''': -ον, ([[κατέχω]]) ὃν δὲν δύναταί τις νὰ ἀναχαιτίσῃ, Ψευδο-Φωκυλ. 90, Διόδ. 17. 38, κτλ. - Ἐπίρρ. -τως, Πλουτ. Κάμ. 37. | |lstext='''ἀκατάσχετος''': -ον, ([[κατέχω]]) ὃν δὲν δύναταί τις νὰ ἀναχαιτίσῃ, Ψευδο-Φωκυλ. 90, Διόδ. 17. 38, κτλ. - Ἐπίρρ. -τως, Πλουτ. Κάμ. 37. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />qu’on ne peut contenir.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[κατέχω]]. | |||
}} | }} |