ἀκριβολόγος: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_16)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀκρῐβολόγος''': -ον, ἀκριβὴς ἐν λόγῳ, ἐν ἐπιχειρήμασι λογικοῖς, κατὰ πληθ., Τίμων παρὰ Διογ. Λ. 2. 19.
|lstext='''ἀκρῐβολόγος''': -ον, ἀκριβὴς ἐν λόγῳ, ἐν ἐπιχειρήμασι λογικοῖς, κατὰ πληθ., Τίμων παρὰ Διογ. Λ. 2. 19.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui parle avec précision.<br />'''Étymologie:''' [[ἀκριβής]], [[λέγω]]³.
}}
}}