ἀναισίμωμα: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_5)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀναισίμωμα''': -ατος, τ;o, = τῷ Ἀττ. [[δαπάνη]]· τὰ ἀναισιμώματα τῇ στρατιῇ αἱ δαπάναι τοῦ πολέμου, Ἡρόδ. 5. 31.
|lstext='''ἀναισίμωμα''': -ατος, τ;o, = τῷ Ἀττ. [[δαπάνη]]· τὰ ἀναισιμώματα τῇ στρατιῇ αἱ δαπάναι τοῦ πολέμου, Ἡρόδ. 5. 31.
}}
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />dépense.<br />'''Étymologie:''' [[ἀναισιμόω]].
}}
}}