ἀνατιτράω: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_23)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνατιτράω''': μέλλ. ἀνατρήσω, διατρυπῶ, τρυπῶ, Διοσκ. 1. 7, 9, Τρύφων παρ’ Ἀθην. 182Ε, ἐν τῷ παθητ.
|lstext='''ἀνατιτράω''': μέλλ. ἀνατρήσω, διατρυπῶ, τρυπῶ, Διοσκ. 1. 7, 9, Τρύφων παρ’ Ἀθην. 182Ε, ἐν τῷ παθητ.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />percer.<br />'''Étymologie:''' [[ἀνά]], τιτραίνω.
}}
}}