ἀνεμοσκεπής: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_8)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνεμοσκεπής''': -ές, ὁ σκεπάζων τινὰ ἀπὸ τοῦ ἀνέμου, ὁ προφυλάττων, χλαῖναι Ἰλ. Π. 224.
|lstext='''ἀνεμοσκεπής''': -ές, ὁ σκεπάζων τινὰ ἀπὸ τοῦ ἀνέμου, ὁ προφυλάττων, χλαῖναι Ἰλ. Π. 224.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />qui abrite contre le vent.<br />'''Étymologie:''' [[ἄνεμος]], σκέπος.
}}
}}