ἀπάτητος: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_3)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπάτητος''': [πᾰ], ον, ὁ μὴ πεπατημένος, μὴ πατηθείς, ὡς καὶ νῦν, Ἀνθ. Π. 6. 51. ΙΙ. ὁ μὴ καταπατηθείς, μὴ τετριμμένος, [[καινός]], «[[ἀπάτητος]] [[ἀρχή]]: [[οἷον]] καινή» Α. Β. 29, 2.
|lstext='''ἀπάτητος''': [πᾰ], ον, ὁ μὴ πεπατημένος, μὴ πατηθείς, ὡς καὶ νῦν, Ἀνθ. Π. 6. 51. ΙΙ. ὁ μὴ καταπατηθείς, μὴ τετριμμένος, [[καινός]], «[[ἀπάτητος]] [[ἀρχή]]: [[οἷον]] καινή» Α. Β. 29, 2.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />inaccessible.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[πατέω]]².
}}
}}