μορφώτρια: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_10)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μορφώτρια''': ἡ, θηλ. ὡς ἐξ ἀρσ. μορφωτήρ, ἡ συῶν φορφώτρια Κίρκη, ἡ μεταμορφοῦσα τοὺς ἄνδρας εἰς χοίρους Κίρκη, Εὐρ. Τρῳ. 437.
|lstext='''μορφώτρια''': ἡ, θηλ. ὡς ἐξ ἀρσ. μορφωτήρ, ἡ συῶν φορφώτρια Κίρκη, ἡ μεταμορφοῦσα τοὺς ἄνδρας εἰς χοίρους Κίρκη, Εὐρ. Τρῳ. 437.
}}
{{bailly
|btext=ας;<br /><i>adj. f.</i><br />qui donne une forme.<br />'''Étymologie:''' [[μορφόω]].
}}
}}