3,274,921
edits
(6_6) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πρᾱόνως''': Ἐπίρρ. [[μετὰ]] πραότητος, [[πράως]], Ἀριστοφ. Βάτρ. 856, Αἰλ. π. Ζ. 5. 39. (Ἐτυμολογούμενον ὡς ἐκ τοῦ πραόνους, [[διότι]] [[τύπος]] πράων = [[πρᾶος]], δὲν ὑπάρχει, ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 403). | |lstext='''πρᾱόνως''': Ἐπίρρ. [[μετὰ]] πραότητος, [[πράως]], Ἀριστοφ. Βάτρ. 856, Αἰλ. π. Ζ. 5. 39. (Ἐτυμολογούμενον ὡς ἐκ τοῦ πραόνους, [[διότι]] [[τύπος]] πράων = [[πρᾶος]], δὲν ὑπάρχει, ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 403). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>adv.</i><br />avec plus de douceur <i>ou</i> de bonté.<br />'''Étymologie:''' [[πρᾶος]]. | |||
}} | }} |