δραγμός: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_14)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δραγμός''': ὁ, δράξιμον, «πιάσιμον», Εὐρ. Κύκλ. 170· πρβλ. [[δράσσομαι]] ΙΙ.
|lstext='''δραγμός''': ὁ, δράξιμον, «πιάσιμον», Εὐρ. Κύκλ. 170· πρβλ. [[δράσσομαι]] ΙΙ.
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />action de saisir.<br />'''Étymologie:''' [[δράσσομαι]].
}}
}}