χοιρίον: Difference between revisions

Bailly1_5
(6_22)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χοιρίον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[χοῖρος]], [[χοιρίδιον]], «γουρουνόπουλον», Ἀριστοφ. Ἀχ. 740 κἑξ.· πρβλ. [[μυστικός]]. ΙΙ. ὑποκορ. τοῦ [[χοῖρος]] Ι. 2, Ἀριστοφ. Σφ. 1353.
|lstext='''χοιρίον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[χοῖρος]], [[χοιρίδιον]], «γουρουνόπουλον», Ἀριστοφ. Ἀχ. 740 κἑξ.· πρβλ. [[μυστικός]]. ΙΙ. ὑποκορ. τοῦ [[χοῖρος]] Ι. 2, Ἀριστοφ. Σφ. 1353.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br /><b>1</b> petit cochon, <i>animal</i>;<br /><b>2</b> <i>pudenda muliebria</i>.<br />'''Étymologie:''' [[χοῖρος]].
}}
}}