3,274,129
edits
(6_9) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διαστροφή''': ἡ, ([[διαστρέφω]]) [[συστροφή]], ἐπὶ τεθραυσμένου μέλους, Ἱππ. Ἀγμ. 763· ἐξάρθρησις, ὁ αὐτ. Ἂρθρ. 812· [[συστροφή]], «στρηφογύρισμα», τῶν ὀμμάτων Ἀριστ. Προβλ. 31. 7 καί 27. 2) μεταφ., [[μεταστροφή]], διαφθορά, ὁ αὐτ. Ἠθ. Ε. 2. 10, 23· τινος ἐπί τὸ [[χεῖρον]] Πολύβ. 2. 21, 8. | |lstext='''διαστροφή''': ἡ, ([[διαστρέφω]]) [[συστροφή]], ἐπὶ τεθραυσμένου μέλους, Ἱππ. Ἀγμ. 763· ἐξάρθρησις, ὁ αὐτ. Ἂρθρ. 812· [[συστροφή]], «στρηφογύρισμα», τῶν ὀμμάτων Ἀριστ. Προβλ. 31. 7 καί 27. 2) μεταφ., [[μεταστροφή]], διαφθορά, ὁ αὐτ. Ἠθ. Ε. 2. 10, 23· τινος ἐπί τὸ [[χεῖρον]] Πολύβ. 2. 21, 8. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ῆς (ἡ) :<br />distorsion ; <i>au sens mor.</i> perversion.<br />'''Étymologie:''' [[διαστρέφω]]. | |||
}} | }} |