πολυσθενής: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_7)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πολυσθενής''': -ές, ὁ ἔχων πολὺ [[σθένος]], Λουκ. Τραγῳδ. 192, Κόϊντ. Σμ. 2. 205.
|lstext='''πολυσθενής''': -ές, ὁ ἔχων πολὺ [[σθένος]], Λουκ. Τραγῳδ. 192, Κόϊντ. Σμ. 2. 205.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />très fort.<br />'''Étymologie:''' [[πολύς]], [[σθένος]].
}}
}}