3,277,121
edits
(6_12) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπόδρᾱσις''': Ἰων. -δρησις, εως, ἡ, ([[ἀποδιδράσκω]]) [[δραπέτευσις]], [[φυγή]], τὴν ἀπ. ποιεῖσθαι Ἡρόδ. 4. 140· βουλεύειν Λουκ. Νεκρ. Διάλ. 27. 9. 2) [[μετὰ]] γεν., διαφυγὴ ἀπό τινος, [[ἀποφυγή]] τινος, στρατείας Δημ. 568. 9. | |lstext='''ἀπόδρᾱσις''': Ἰων. -δρησις, εως, ἡ, ([[ἀποδιδράσκω]]) [[δραπέτευσις]], [[φυγή]], τὴν ἀπ. ποιεῖσθαι Ἡρόδ. 4. 140· βουλεύειν Λουκ. Νεκρ. Διάλ. 27. 9. 2) [[μετὰ]] γεν., διαφυγὴ ἀπό τινος, [[ἀποφυγή]] τινος, στρατείας Δημ. 568. 9. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>1</b> fuite;<br /><b>2</b> action d’esquiver, gén..<br />'''Étymologie:''' [[ἀποδιδράσκω]]. | |||
}} | }} |