3,243,797
edits
(6_18) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀσύγκρῐτος''': -ον, ὃν δὲν δύναταί τις νὰ συγκρίνῃ, [[ἀνόμοιος]], ἀετὸς ὁ Ζεῦς ἦλθεν ἐπ’ ἀντίθεον Γανυμήδην [[κύκνος]] ἐπὶ ξανθὴν μητέρα τὴν Ἑλένης. Οὕτως ἀμφότερ’ ἐστὶν ἀσύγκριτα Ἀνθ. Π. 5. 65, Πλουτ. Μάρκελλ. 17: ― Ἐπίρρ. -τως, [[ἄνευ]] συγκρίσεως, «ὑποκοριστικὸν δέ ἐστι τὸ μείωσιν τοῦ πρωτοτύπου δηλοῦν ἀσυγκρίτως» Ἀπολλών. περὶ ἐπιρρ. 635, 16. 2) ὁ μὴ ἐπιδεχόμενος σύγκρισιν, [[ὑπέρτερος]], [[ἔξοχος]], τὴν [[ἄλλην]] ἅπασαν ἀρετὴν ἀσύγκριτον ἔχοντι Πλουτ. Δίων 47: - Ἐπιρρ. -τως Συλλ. Ἐπιγρ. 3493. 14. ΙΙ. [[ἐναντίος]], [[βλαβερός]], Πλούτ. 1. 134D. | |lstext='''ἀσύγκρῐτος''': -ον, ὃν δὲν δύναταί τις νὰ συγκρίνῃ, [[ἀνόμοιος]], ἀετὸς ὁ Ζεῦς ἦλθεν ἐπ’ ἀντίθεον Γανυμήδην [[κύκνος]] ἐπὶ ξανθὴν μητέρα τὴν Ἑλένης. Οὕτως ἀμφότερ’ ἐστὶν ἀσύγκριτα Ἀνθ. Π. 5. 65, Πλουτ. Μάρκελλ. 17: ― Ἐπίρρ. -τως, [[ἄνευ]] συγκρίσεως, «ὑποκοριστικὸν δέ ἐστι τὸ μείωσιν τοῦ πρωτοτύπου δηλοῦν ἀσυγκρίτως» Ἀπολλών. περὶ ἐπιρρ. 635, 16. 2) ὁ μὴ ἐπιδεχόμενος σύγκρισιν, [[ὑπέρτερος]], [[ἔξοχος]], τὴν [[ἄλλην]] ἅπασαν ἀρετὴν ἀσύγκριτον ἔχοντι Πλουτ. Δίων 47: - Ἐπιρρ. -τως Συλλ. Ἐπιγρ. 3493. 14. ΙΙ. [[ἐναντίος]], [[βλαβερός]], Πλούτ. 1. 134D. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> qu’on ne peut juger ensemble <i>ou</i> comparer, sans rapport;<br /><b>2</b> incompatible, inconciliable.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[συγκρίνω]]. | |||
}} | }} |