γυρός: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_4)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''γῡρός''': -ά, -όν, [[στρογγύλος]], γυρὸς ἐν ὤμοισι, ἔχων τοὺς ὤμους στρογγύλους, [[κυφός]], Ὀδ. Τ. 246· συχνὸν ἐν τῇ Ἀνθ.
|lstext='''γῡρός''': -ά, -όν, [[στρογγύλος]], γυρὸς ἐν ὤμοισι, ἔχων τοὺς ὤμους στρογγύλους, [[κυφός]], Ὀδ. Τ. 246· συχνὸν ἐν τῇ Ἀνθ.
}}
{{bailly
|btext=ά, όν :<br />arrondi, rond;<br /><i>Cp.</i> γυρότερος.<br />'''Étymologie:''' DELG cf. [[γύαλον]].
}}
}}