3,270,265
edits
(6_2) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διατῑμάω''': [[παύω]] ἀπὸ τοῦ νὰ τιμῶ, δὲν τιμῶ πλέον, (πρβλ. [[διαπολεμέω]]), τὰ τοῦδε διατετίμηται θεοῖς Αἰσχύλ. Θήβ. 1047· [[οὕτως]] ὁ Σχολ. φαίνεται ὅτι εἶχεν ἀναγνώσει· ἴδε Paley ἐν τόπῳ, καὶ Δινδ. Λεξ. Αἰσχύλ. 2) Μέσ., ἐκτιμῶ, [[ὁρίζω]] τὴν τιμήν, τὴν οὐσίαν Διόδ. 4. 21· τὸ [[ἀδίκημα]] ὁ αὐτ. 16. 29· τὴν χώραν Ἰώσηπ. Ἰ. Α. 13. 9, 2, πρβλ. Συλλ. Ἐπιγρ. 2266. 8. | |lstext='''διατῑμάω''': [[παύω]] ἀπὸ τοῦ νὰ τιμῶ, δὲν τιμῶ πλέον, (πρβλ. [[διαπολεμέω]]), τὰ τοῦδε διατετίμηται θεοῖς Αἰσχύλ. Θήβ. 1047· [[οὕτως]] ὁ Σχολ. φαίνεται ὅτι εἶχεν ἀναγνώσει· ἴδε Paley ἐν τόπῳ, καὶ Δινδ. Λεξ. Αἰσχύλ. 2) Μέσ., ἐκτιμῶ, [[ὁρίζω]] τὴν τιμήν, τὴν οὐσίαν Διόδ. 4. 21· τὸ [[ἀδίκημα]] ὁ αὐτ. 16. 29· τὴν χώραν Ἰώσηπ. Ἰ. Α. 13. 9, 2, πρβλ. Συλλ. Ἐπιγρ. 2266. 8. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-ῶ :<br /><i>pf. Pass. 3ᵉ sg.</i> διατετίμηται;<br />cesser d’honorer.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[τιμάω]]. | |||
}} | }} |