διεξελέγχω: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_6)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διεξελέγχω''': ἐντελῶς [[ἐξελέγχω]], ἀναιρῶ, ἀποδεικνύω τι ἄλλως ἔχον, Γαλην. 3. 187, Λουκ. Ἀλεξ. 61.
|lstext='''διεξελέγχω''': ἐντελῶς [[ἐξελέγχω]], ἀναιρῶ, ἀποδεικνύω τι ἄλλως ἔχον, Γαλην. 3. 187, Λουκ. Ἀλεξ. 61.
}}
{{bailly
|btext=réfuter complètement.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[ἐξελέγχω]].
}}
}}