διώνυμος: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_15)
(Bailly1_2)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''διώνῠμος''': -ον, (δίς, [[ὄνυμα]], [[ὄνομα]]) ἔχων δύο ὀνόματα ἢ ἐπὶ δύο προσώπων [[ὁμοῦ]] ὀνομασθέντων, Εὐρ. Φοιν. 683. ΙΙ. (διὰ) [[διάσημος]], [[περίφημος]], Πλούτ. Τιμολ. 30, Ἀππ. Ἐμφυλ. 4. 54.
|lstext='''διώνῠμος''': -ον, (δίς, [[ὄνυμα]], [[ὄνομα]]) ἔχων δύο ὀνόματα ἢ ἐπὶ δύο προσώπων [[ὁμοῦ]] ὀνομασθέντων, Εὐρ. Φοιν. 683. ΙΙ. (διὰ) [[διάσημος]], [[περίφημος]], Πλούτ. Τιμολ. 30, Ἀππ. Ἐμφυλ. 4. 54.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />dont le nom se répand au loin, fameux, renommé.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[ὄνομα]].
}}
}}