δινητός: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_10)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δῑνητός''': -ή, -όν, (δινέω) ὁ περιστρεφόμενος, περιδινούμενος, Ἀνθ. Π. 7. 394.
|lstext='''δῑνητός''': -ή, -όν, (δινέω) ὁ περιστρεφόμενος, περιδινούμενος, Ἀνθ. Π. 7. 394.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />qu’on fait tourner.<br />'''Étymologie:''' [[δινέω]].
}}
}}