3,252,128
edits
(6_4) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἑβδομαῖος''': -α, -ον, κατὰ τὴν ἑβδόμην ἡμέραν, ἱδρὼς Ἱππ. Ἀφ. 1250· ἑβδ. [[πυρετός]], ἐπανερχόμενος κατὰ πᾶσαν ἑβδόμην ἡμέραν, ὁ αὐτ. Ἐπιδημ. τὸ α΄, 961· - [[μετὰ]] ῥήματος, ἑβδομαῖοι διεφθείροντο Θουκ. 2. 49, πρβλ. Ξεν. Ἑλλ. 5. 3, 19, κτλ. | |lstext='''ἑβδομαῖος''': -α, -ον, κατὰ τὴν ἑβδόμην ἡμέραν, ἱδρὼς Ἱππ. Ἀφ. 1250· ἑβδ. [[πυρετός]], ἐπανερχόμενος κατὰ πᾶσαν ἑβδόμην ἡμέραν, ὁ αὐτ. Ἐπιδημ. τὸ α΄, 961· - [[μετὰ]] ῥήματος, ἑβδομαῖοι διεφθείροντο Θουκ. 2. 49, πρβλ. Ξεν. Ἑλλ. 5. 3, 19, κτλ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=α, ον :<br />qui vient, se fait <i>ou</i> se produit le 7ᵉ jour.<br />'''Étymologie:''' ἑβδόμη. | |||
}} | }} |