3,241,381
edits
(6_18) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δύστλητος''': -ον, ὃν δυσκόλως ὑποφέρει τις, Ἐμπεδ. παρὰ τῷ Πλουτ. 2. 745C, Αἰσχύλ. Ἀγ. 1571· δύστλητα τολυπεύειν Ἐπιγράμμ. Ἑλλην. 562. | |lstext='''δύστλητος''': -ον, ὃν δυσκόλως ὑποφέρει τις, Ἐμπεδ. παρὰ τῷ Πλουτ. 2. 745C, Αἰσχύλ. Ἀγ. 1571· δύστλητα τολυπεύειν Ἐπιγράμμ. Ἑλλην. 562. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />difficile à supporter.<br />'''Étymologie:''' δυσ-, [[τλάω]]. | |||
}} | }} |