ἐγκαταδύνω: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_5)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐγκαταδύνω''': ἀόρ. -κατέδυν, ἐπὶ τοῦ ἡλίου, δύω [[πρός]] τι [[μέρος]] ([[ὅπερ]], ὡς [[εἰκός]], [[εἶναι]] δυσμικόν), Ἱππ. π. Ἀέρ. 283· [[εἰσέρχομαι]] λάθρᾳ εἴς τι, ὕδασιν Ἀνθ. Π. 7. 532· μυχὸν Ὀππ. Ἁλ. 1. 153.
|lstext='''ἐγκαταδύνω''': ἀόρ. -κατέδυν, ἐπὶ τοῦ ἡλίου, δύω [[πρός]] τι [[μέρος]] ([[ὅπερ]], ὡς [[εἰκός]], [[εἶναι]] δυσμικόν), Ἱππ. π. Ἀέρ. 283· [[εἰσέρχομαι]] λάθρᾳ εἴς τι, ὕδασιν Ἀνθ. Π. 7. 532· μυχὸν Ὀππ. Ἁλ. 1. 153.
}}
{{bailly
|btext=se plonger <i>ou</i> pénétrer dans, être pénétrant <i>en parl. du soleil</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ἐν]], [[καταδύνω]].
}}
}}