τετράχορδος: Difference between revisions

Bailly1_5
(6_15)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τετράχορδος''': -ον, (χορδὴ) ὁ ἔχων τέσσαρας χορδάς, [[ὄργανον]] Ἀθήν. 183Α· - τὸ τετράχορδον, κλῖμαξ [[μουσικὴ]] περιλαμβάνουσα δύο τόνους καὶ [[ἡμιτόνιον]], τὸ ἀρχαιότατον Ἑλληνικὸν μουσικὸν [[σύστημα]] καὶ βάσις πάντων τῶν [[μετέπειτα]], Ἀριστ. Προβλ. 19. 33, Ἀποσπ. 43, Πλούτ. 2. 1021Ε, κλπ., ἴδε Λεξικ. τῶν Ἀρχαιοτήτ.
|lstext='''τετράχορδος''': -ον, (χορδὴ) ὁ ἔχων τέσσαρας χορδάς, [[ὄργανον]] Ἀθήν. 183Α· - τὸ τετράχορδον, κλῖμαξ [[μουσικὴ]] περιλαμβάνουσα δύο τόνους καὶ [[ἡμιτόνιον]], τὸ ἀρχαιότατον Ἑλληνικὸν μουσικὸν [[σύστημα]] καὶ βάσις πάντων τῶν [[μετέπειτα]], Ἀριστ. Προβλ. 19. 33, Ἀποσπ. 43, Πλούτ. 2. 1021Ε, κλπ., ἴδε Λεξικ. τῶν Ἀρχαιοτήτ.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />à quatre cordes ; τὸ τετράχορδον accord de deux tons et demi.<br />'''Étymologie:''' [[τέτταρες]], [[χορδή]].
}}
}}