3,274,216
edits
(6_10) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φῐλανδρία''': ἡ, ἡ πρὸς ἄνδρα [[ἀγάπη]], Εὐριπ. Ἀνδρ. 228. 2) ἡ πρὸς τὸν ἄνδρα, δηλ. τὸν σύζυγον [[ἀγάπη]], Λουκ. Ἁλκ. 2. Ἀνθ. Π. παράρτημ. 313, Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. (προσθῆκ.) 497a, πρβλ. 642. 16. | |lstext='''φῐλανδρία''': ἡ, ἡ πρὸς ἄνδρα [[ἀγάπη]], Εὐριπ. Ἀνδρ. 228. 2) ἡ πρὸς τὸν ἄνδρα, δηλ. τὸν σύζυγον [[ἀγάπη]], Λουκ. Ἁλκ. 2. Ἀνθ. Π. παράρτημ. 313, Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. (προσθῆκ.) 497a, πρβλ. 642. 16. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> amour d’une femme pour les hommes;<br /><b>2</b> amour d’une femme pour son époux.<br />'''Étymologie:''' [[φίλανδρος]]. | |||
}} | }} |