λεοντική: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_11)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''λεοντική''': ἡ, συνώνυμον τῷ (φυτῷ) [[κακαλία]], Διοσκ. 4. 123.
|lstext='''λεοντική''': ἡ, συνώνυμον τῷ (φυτῷ) [[κακαλία]], Διοσκ. 4. 123.
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br /><i>plante</i> = [[κακαλία]].<br />'''Étymologie:''' [[λεοντικός]].
}}
}}