3,276,318
edits
(6_22) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐπιωγαί''': -ῶν, αἱ, τόποι ἢ μέρη πρὸς ἀγκυροβόλησιν τῶν πλοίων καὶ προφύλαξιν αὐτῶν, οὐ γὰρ [[ἔσαν]] λιμένες, [[νηῶν]] ὄχοι, οὐδ᾿ [[ἐπιωγαί]], «τόποι ἀνέμου σκέπην ἔχοντες, [[ἔνθα]] καὶ ἰωή, [[τουτέστι]] πνοὴ ἄγνυται» (Εὐστ.), Ὀδ. Ε. 404· ― ἐν τῷ ἑνικῷ: κατερχομένους ἐπιωγὴν (διάφ. γρ. ἐπ᾿ ἰωγὴν) «σκέπην, ὑφ᾿ ἧς ὁ [[ἄνεμος]] ἄγνυται» (Σχόλ.), Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 1640, Ἡσύχ. | |lstext='''ἐπιωγαί''': -ῶν, αἱ, τόποι ἢ μέρη πρὸς ἀγκυροβόλησιν τῶν πλοίων καὶ προφύλαξιν αὐτῶν, οὐ γὰρ [[ἔσαν]] λιμένες, [[νηῶν]] ὄχοι, οὐδ᾿ [[ἐπιωγαί]], «τόποι ἀνέμου σκέπην ἔχοντες, [[ἔνθα]] καὶ ἰωή, [[τουτέστι]] πνοὴ ἄγνυται» (Εὐστ.), Ὀδ. Ε. 404· ― ἐν τῷ ἑνικῷ: κατερχομένους ἐπιωγὴν (διάφ. γρ. ἐπ᾿ ἰωγὴν) «σκέπην, ὑφ᾿ ἧς ὁ [[ἄνεμος]] ἄγνυται» (Σχόλ.), Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 1640, Ἡσύχ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ῶν ([[αἱ]]) :<br />endroits de la côte où s’abritent les vaisseaux.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[ἰωγή]]. | |||
}} | }} |