ἐπιτελειόω: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_21)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπιτελειόω''': τελειῶ, συμπληρώνω, τὴν θυσίαν Πλουτ. Μάρ. 22· πρβλ. [[ἐπιτελέωμα]]· ― ἐπιτελειωθῆναι = θανεῖν, Ἰω. Κλίμακ. 712C.
|lstext='''ἐπιτελειόω''': τελειῶ, συμπληρώνω, τὴν θυσίαν Πλουτ. Μάρ. 22· πρβλ. [[ἐπιτελέωμα]]· ― ἐπιτελειωθῆναι = θανεῖν, Ἰω. Κλίμακ. 712C.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />accomplir.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[τελειόω]].
}}
}}